Έφη Δούλη για την εφημερίδα «ΜΕΤΕΩΡΑ» της Καλαμπάκας (12-10-2012)

Ερώτηση: Αν αναζητούσαμε τις πηγές της έμπνευσής σας, κυρία Εξάρχου, ποιο θα ήταν το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε;

Απάντηση: Δεν υπάρχει «καλύτερο». Όλες οι πηγές της έμπνευσής μου έχουν ένα μπόι.

Ερώτηση: Το έργο των βιβλίων (παιδικών & ενηλίκων) τυγχάνει της απαιτούμενης προβολής τόσο από τους εκδοτικούς οίκους όσο και από άλλους επικοινωνιακούς φορείς; Ή δεν είναι τόσο κερδοφόρο ώστε να έχει την ανάλογη προβολή;

 

Απάντηση: Τα βιβλία τα αποκαλούμενα «εμπορικά», αυτά δηλαδή που «πουλάνε», προβάλλονται πολύ τόσο από τους εκδοτικούς οίκους όσο και από τα ΜΜΕ. Όπως ακριβώς προβάλλονται οι τούρκικες τηλεοπτικές σαπουνόπερες. Η «τουρκιά» έχει εισβάλλει και στη λογοτεχνία διότι και εκεί είναι κερδοφόρα. Τα βιβλία που αξίζουν δεν εκδίδονται από τους μεγάλους εκδοτικούς οίκους με την αιτιολογία ότι δεν είναι «μέσα στις προδιαγραφές» τους. Τα εκδίδουν οι μικρομεσαίοι που δεν έχουν τη δυνατότητα να τα προβάλλουν επαρκώς και στη συνέχεια οι βιβλιοπώλες τα καταχωνιάζουν στο υπόγειό τους.

 

Ερώτηση: ΄Εχετε δεχτεί ποτέ κάποια άρνηση από εκδοτικό οίκο;

 

Απάντηση: Έχω δεχτεί πολλές. Οι περισσότερες δεν είχαν αιτιολογία. Απλά «δεν μπορούμε δυστυχώς να εκδώσουμε το ενδιαφέρον μυθιστόρημά σας». Οι αιτιολογημένες αρνήσεις «πατούσαν» στις περίφημες «προδιαγραφές»: «Δυστυχώς δεν μπορούμε να εκδώσουμε το ενδιαφέρον μυθιστόρημά σας, διότι δεν εντάσσεται στις προδιαγραφές μας». Είχα και μία άρνηση από μεγάλο εκδοτικό οίκο, ο οποίος κερδίζει πολλά χρήματα εκδίδοντας και πουλώντας ελληνικά «άρλεκιν». Η αιτιολογία της άρνησης ήταν φασιστική: «Δεν μπορούμε να εκδώσουμε το μυθιστόρημά σας, διότι ο τρόπος γραφής του δεν είναι μέσα στις προδιαγραφές μας»! Φρίκη!

Ερώτηση: Το διαδίκτυο έχει αποτελέσει φορέα αυξημένης πληροφόρησης για την ύπαρξη τόσο των βιβλίων όσο και των συγγραφέων;

 

Απάντηση: Οπωσδήποτε. Αυτοί, όμως, που πολυταξιδεύουν στο διαδίκτυο δύσκολα πάνε στο βιβλιοπωλείο για να πάρουν το βιβλίο που τους τράβηξε την προσοχή στο ηλεκτρονικό οδοιπορικό τους. Με πιο απλά λόγια: Αυτοί που «σερφάρουν» στο διαδίκτυο δεν διαβάζουν.

Ερώτηση: Τι γεύση σας αφήνουν όλα όσα συμβαίνουν στο κοινωνικοπολιτικό σκηνικό;

Απάντηση: Άσχημη. Πολύ άσχημη.

Ερώτηση: Ποιοι είναι πιο επικίνδυνοι κατά τη γνώμη σας, τη συγκεκριμένη περίοδο;

Απάντηση: Οι πολίτες που φοβούνται το καινούργιο είναι πιο επικίνδυνοι από τους ψεύτες, τους απατεώνες, τους προδότες. Οι φοβισμένοι πολίτες είναι εκείνοι που πάνε στην κάλπη και ψηφίζουν τους ψεύτες, τους απατεώνες και τους προδότες.

Ερώτηση: Η περίοδος που περνάμε θα ευνοήσει την παραγωγή «σοβαρών» βιβλίων;

Απάντηση: Πιστεύω, ναι. Τι τύχη, όμως, θα έχουν αυτά τα βιβλία μέσα σε μια κοινωνία που εξαθλιώνεται μέρα με τη μέρα;

Ερώτηση: Τι χάνετε γράφοντας, κυρία Εξάρχου;

Απάντηση: Δεν αισθάνομαι ότι χάνω. Αντίθετα, κερδίζω. Αν με ρωτήσετε, όμως, να σας πω τι κερδίζω, δεν μπορώ να σας απαντήσω συγκεκριμένα.

Ερώτηση: Νιώθετε να αλλάζετε;

Απάντηση: Κάθε μέρα, κυρία Δούλη.

Ερώτηση: Που οφείλεται η σύλληψη της ιδέας του βιβλίου σας «Έρχεται ο σινεμάς»;

Απάντηση: Στη ζωή ενός πλανόδιου κινηματογραφιστή από τα Βάτικα της Λακωνίας. Σ΄αυτόν έχω αφιερώσει το βιβλίο.

Ερώτηση: Το νέο σας βιβλίο «Έρχεται ο σινέμας» από τις εκδόσεις «Εντός» αποτελεί αληθινή ιστορία; Ποιοι είναι οι βασικοί του ήρωες και πόσο οικείοι πιστεύετε ότι είναι στον αναγνώστη;

 

Απάντηση: Είναι μια μυθοπλασία που «πατάει» σε πραγματικά περιστατικά. Ο βασικός ήρωας είναι ο πλανόδιος κινηματογραφιστής για τον οποίο σας μίλησα προηγουμένως. Τόσο αυτός όσο και οι «δορυφορούμενοι» είναι πολύ οικείοι στους αναγνώστες της επαρχίας.

Ερώτηση: Το βιβλίο σας έχει αναφορές στην επαρχία αλλά και στις παλιές γειτονιές. Έχουν αλλάξει οι γειτονιές από τότε μέχρι σήμερα; Στέκεται ο Έλληνας δίπλα στον συνάνθρωπό του, όταν αυτός έχει ανάγκη;

Απάντηση: Αγνώριστες έχουν γίνει. Ψυχρές και κακάσχημες! Ο Έλληνας στεκόταν πάντα δίπλα στον συνάνθρωπο που είχε ανάγκη. Στεκόταν, στέκεται και θα στέκεται. Σε όλους τους συνανθρώπους. Ημεδαπούς και αλλοδαπούς. Οι ρατσιστές και οι σκληρόκαρδοι είναι οικτρή μειοψηφία στον τόπο μας.

Ερώτηση: Ποιες ήταν οι δυσκολίες στην υλοποίηση της αρχικής έμπνευσης;

Απάντηση: Το βιβλίο αυτό το πάλευα τέσσερα χρόνια για να το διαβάζουν σήμερα οι ογδοντάχρονες γυναίκες στα χωριά της Πελοποννήσου, να βάζουν τα κλάματα και  να λένε: «Παναγία μου, η ζωή μου! Βλέπω τη ζωή μου σε ταινία»!

Ερώτηση: Μιλήστε μας για τα παιδικά σας χρόνια. Ήταν εύκολα ή δύσκολα; Υπάρχει κάτι που θυμάστε έντονα και νοσταλγείτε;

Απάντηση: Θα έλεγα ότι ήταν εύκολα. Δεν ήταν στερημένα, αλλά ούτε και πλούσια. Γεννήθηκα στην Αθήνα από γονείς Ηπειρώτες και μεγάλωσα σε βόρειο προάστιο της πρωτεύουσας, στο Μαρούσι. Καλό προάστιο. Εκείνο που έντονα θυμάμαι και νοσταλγώ είναι τα κυριακάτικα τραπεζώματα που κάναμε στο σόι και τα γλέντια στις γιορτές με ένα προπολεμικό γραμμόφωνο και δίσκους 78 στροφών.

Ερώτηση: Κυρία Εξάρχου, ας πάμε πίσω στο παρελθόν και τις επιθυμίες σας ως παιδιού. Ποιοι άνθρωποι σας επηρέασαν πολύ;

Απάντηση: Με επηρέασε πολύ η γιαγιά μου, η μητέρα της μητέρας μου. Αυτή με μεγάλωσε με παθολογική αγάπη. Την αγαπούσα κι εγώ τη γιαγιούλα. Όταν πέθανε ήμουν 25 χρόνων και παρά την ηλικία μου ο θάνατός της μού προκάλεσε σοκ. Αυτή η γυναίκα δεν ήξερε γράμματα. Ούτε την υπογραφή της δεν ήξερε να βάλει. Με σταυρό υπέγραφε. Οι ιδέες της, όμως και οι απόψεις της και ο τρόπος που τις εξέφραζε μαρτυρούσαν μια σπάνια καλλιέργεια! Που την είχε αποκτήσει αυτή την καλλιέργεια; Απορώ και εξίσταμαι.

Ερώτηση: Έχετε ένα ομολογουμένως πλούσιο και ποικίλο βιογραφικό. Αν σήμερα αρχίζατε από την αρχή, θα αλλάζατε κάτι;

Απάντηση: Απολύτως τίποτα, κυρία Δούλη.

Ερώτηση: Πόσο κοντά είναι η δημοσιογραφία με τη συγγραφή;

Απάντηση: Πολύ κοντά. Για μένα ήταν επικίνδυνα κοντά. Η δημοσιογραφία μού έφαγε τη λογοτεχνική ηκμάδα. Ευτυχώς που συνταξιοδοτήθηκα πρόωρα.

Ερώτηση: Ο δημοσιογράφος παύει κάποτε να είναι «ερευνητής» ή η ιδιότητα αυτή τον ακολουθεί;

Απάντηση: Τον ακολουθεί πάντα, όπως τον ακολουθεί η σκιά του.

Ερώτηση: Στυλό, χαρτί ή υπολογιστής;

Απάντηση: Και τα τρία. Το καθένα έχει την αξία του.

Ερώτηση: Σήμερα, τι θα διάβαζε κάποιος αν κρυφοκοίταζε τα χαρτιά σας;

Απάντηση: Κάποια διηγήματα που έχω εμπνευσθεί από περιστατικά των παιδικών μου χρόνων στην Αθήνα της δεκαετίας του ΄50.

Ερώτηση: Ήρωες στα βιβλία υπάρχουν σίγουρα. Στην πραγματική ζωή;

Απάντηση: Πάμπολλοι. Η ζωή πλάθει τους πιο απίθανους ήρωες και γράφει τα πιο δυνατά σενάρια.

Ερώτηση: Αν μέσα από ένα βιβλίο σας μπορούσατε να ξαναφτιάξετε τον κόσμο, πώς θα τον κάνατε;

Απάντηση: Ανθρωποκεντρικό, απλό, ειλικρινή, τρυφερό, στοργικό, δίκαιο.

Ερώτηση: Μ’ αυτό, τον ανταγωνισμό εκεί έξω, πόσο εύκολο είναι να επιβιώσει ένας συγγραφέας;

Απάντηση: Δεν είναι καθόλου εύκολο, διότι δεν έχουμε να κάνουμε με ανταγωνισμό αξιών. Έχουμε να κάνουμε με εμπορικό ανταγωνισμό μέσα σε μια αγορά, που θησαυρίζει πουλώντας σκουπίδια. Γι’ αυτούς που παράγουν σκουπίδια και γ’ αυτούς που τα πουλάνε είναι πολύ εύκολη η επιβίωση. Για τους άλλους τα πράγματα είναι ζόρικα.

Ερώτηση: Όταν ολοκληρώνετε το έργο σας ξεκουράζεστε ή οργανώνετε ένα πλάνο για το επόμενο;

Απάντηση: Ενεργώ ανάλογα με την «τρέλα» μου. Άλλες φορές ξεκουράζομαι και άλλες τρώγομαι με τα ρούχα μου.

Ερώτηση: Ποια, σύμφωνα με τη δική σας εμπειρία, είναι η σχέση συγγραφέα και του αναγνώστη του βιβλίου του; Δεσμεύεστε ή δεσμεύεται;

Απάντηση: Ούτε δεσμεύομαι, ούτε και θέλω να δεσμεύσω τον αναγνώστη. Θέλω να τον προβληματίσω. Να τον βάλω να σκεφτεί και να πάρει τις αποφάσεις του ελεύθερα.

Ερώτηση: Ποιο είναι το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε να σας δώσει ποτέ κανείς;

Απάντηση: Αφήστε το «ποτέ». Ας μιλήσουμε για το σήμερα, που αναζητώ την ξεγνοιασιά και δεν μπορώ να τη βρω. Αυτό είναι για μένα το καλύτερο δώρο σήμερα.