Που ήσουν τόσο καιρό;

Στο θάλαμο ανανήψεως

εκείνου του γερμανικού νοσοκομείου…
Εκεί γεννήθηκες…
Ξυπνούσα από τη νάρκωση
και δίπλα μου σε έβλεπα

να γέρνεις πέρα-δώθε…
Ξυπνούσα από τη νάρκωση
κι έβλεπα το πλεχτό το κόκκινο
που σου είχα κάνει δώρο

στη γιορτή σου…
Κόκκινο της φωτιάς…
Να γίνεται σαν βύσσινο…
Κι ύστερα πάλι κόκκινο…
Ξυπνούσα από τη νάρκωση
κι έβλεπα το παλιό το πανωφόρι σου

το εγγλέζικο
με τα μεγάλα τα καρό
να γίνονται μικρά, μικρά
και ξανά μετά μεγάλα…
Ξυπνούσα από τη νάρκωση
κι η νοσοκόμα σε κοιτούσε επίμονα.
Ξύπνησα από τη νάρκωση
και μου ψιθύρισες:
-Είμαι εγώ ο γιος σου τώρα.
-Που ήσουνα τόσο καιρό;
-Έπαιζα με τα κύματα στον Κόλπο Λεόνε.
Σ’ άκουσα που με φώναζες και ήρθα.